Στρατηγική της Λισαβόνας, ο ρόλος των συνδικαλιστικών οργανώσεων και των κοινωνικών εταίρων για την απασχόληση.
“The Lisbon Strategy and the Trade Unions role partnership for better jobs.”
Πραγματοποιήθηκε στις 7 και 8 Μαρτίου 2008, στο Εστορίλ της Πορτογαλίας, συνέδριο στο οποίο συμμετείχαν 118 εκπρόσωποι συνδικαλιστικών οργανώσεων 14 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επίσης συμμετείχαν ως εισηγητές διάφοροι εμπειρογνώμονες, εκπρόσωποι των εργοδοτών, των συνδικάτων της Πορτογαλίας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της UNI (Union Network International) της οποίας η ΕΠΟΕΤ είναι μέλος. Η ΕΠΟΕΤ συμμετείχε στο συνέδριο.
Το συνέδριο είχε ως θέμα τη Στρατηγική της Λισαβόνας και το ρόλο των συνδικαλιστικών οργανώσεων και των κοινωνικών εταίρων για την απασχόληση.
Το αντικείμενο που συζητήθηκε πάρα πολύ σε αυτό το διήμερο συνέδριο, σχετιζόταν με την «ευελισφάλεια» γνωστή με τον αγγλικό όρο “Flexicurity”.
Πρωτίστως πρέπει να γίνει αναφορά για τη θέση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε σχέση με την απασχόληση και στην ερμηνεία του όρου Flexicurity, στη συνέχεια καταγράφονται οι προβληματισμοί και απόψεις των εισηγητών, μερικές απόψεις από τις πολύ ζωντανές συζητήσεις και τέλος μερικά συμπεράσματα. Τα επίσημα συμπεράσματα του συνεδρίου θα καταγραφούν σε ειδική ημερίδα που θα πραγματοποιηθεί μέσα στον Απρίλιο στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας.
Πιο κάτω παρουσιάζεται η τελευταία ανακοίνωση της ΕΕ για την απασχόληση:
«Ευοίωνες οι προοπτικές για την αγορά εργασίας της ΕΕ
Εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας και χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας αναμένονται ως αποτέλεσμα των εθνικών μεταρρυθμίσεων• όμως η ανεργία των νέων παραμένει ανησυχητική.
Η τελευταία έκθεση της Επιτροπής για την απασχόληση δίνει μια ενθαρρυντική εικόνα, προβλέποντας 5 επιπλέον εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας στην ΕΕ μέχρι το 2009, πέραν των 6,5 εκατ. που δημιουργήθηκαν τα δύο τελευταία χρόνια. Η ανεργία αναμένεται να μειωθεί φέτος κάτω από το 7%, πράγμα που σημαίνει ότι ο αριθμός των ανέργων θα φθάσει στα χαμηλότερα επίπεδα από τα μέσα της δεκαετίας του ’80.
Οι πρόσφατες μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας αρχίζουν να αποδίδουν καρπούς”, ανέφερε χαρακτηριστικά ο Επίτροπος Απασχόλησης Βλαντιμίρ Σπίντλα.
Η διαρθρωτική ανεργία μειώθηκε κατά ένα τρίτο από το 2004, ενώ το σημερινό ποσοστό απασχόλησης, που ανέρχεται σε 66%, βρίσκεται πολύ κοντά στο συνολικό στόχο του 70%.
Οι μισές από τις χώρες της ΕΕ (σε σύγκριση με έναν πολύ μικρό αριθμό χωρών το 2006) καταβάλλουν σήμερα πολλές προσπάθειες προκειμένου να επιτύχουν μεγαλύτερη ευελιξία στην αγορά εργασίας σε συνδυασμό με μεγαλύτερη ασφάλεια στην απασχόληση. Η πολιτική της λεγόμενης “ευελισφάλειας” σκοπό έχει να βοηθήσει τις αγορές εργασίας να προσαρμοστούν στις εξελίξεις της παγκοσμιοποίησης, να μειώσει τη διαρθρωτική ανεργία και να διευκολύνει τη μετάβαση σε μια πιο ανοιχτή αγορά εργασίας.
Παρά το γεγονός ότι αυξήθηκαν τα ποσοστά απασχόλησης για τις γυναίκες και τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, η ανεργία των νέων παραμένει ανησυχητική, με μέσο ποσοστό 17,4%. Αυτό προβληματίζει πολλές χώρες της ΕΕ, δεδομένου ότι οι νέοι εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν δύο φορές μεγαλύτερο κίνδυνο ανεργίας σε σχέση με το σύνολο των εργαζομένων.
Μία από τις αιτίες του προβλήματος είναι ότι ένας σχεδόν στους έξι νέους εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο. Για τη βελτίωση αυτής της κατάστασης, η ΕΕ προωθεί την αύξηση των επενδύσεων στην εκπαίδευση και την επαγγελματική κατάρτιση, ώστε να βελτιωθεί το μορφωτικό επίπεδο των νέων.»
Ο όρος Flexicurity είναι το μίγμα δύο λέξεων, ευελιξία και ασφάλεια. Εδώ και μερικά χρόνια αναφερόταν μόνο η ευελιξία και πρόσφατα η ασφάλεια. Τον περασμένο Ιούλιο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με μερικές τροποποιήσεις αποδέχτηκε την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ευελισφάλεια ή ευασφάλεια ή ελαστασφάλεια κοινώς Flexicurity.
Η flexicurity, όπως ονομάζεται, προσπαθεί να συνδέσει δυο αντιτιθέμενες τάσεις την ευελιξία και την ασφάλεια της εργασίας. Το εγχείρημα αυτό φαίνεται μετά από δέκα χρόνια εφαρμογής να πετυχαίνεται στη Δανία.
Θεωρητική βάση αυτής της εφαρμογής είναι πως ο εργαζόμενος δε γνωρίζει πια ότι «έχει δουλεία», με την έννοια της άτυπης μονιμότητας, αλλά ότι μπορεί να «βρει δουλειά» σχεδόν όποτε θέλει. Με το συνδυασμό δηλαδή της ασφάλειας με την ευελιξία οδηγούμαστε από την ασφάλεια της “θέσης εργασίας” στην προστασία «μιας θέσης εργασίας».
Το «χρυσό τρίγωνο», όπως το αποκαλούν, στηρίζεται: Πρώτον, στην ευρεία επαγγελματική και γεωγραφική κινητικότητα των εργαζομένων. Δεύτερον, στο διευρυμένο σύστημα κοινωνικής προστασίας, με ψηλά επίπεδα ασφάλισης και επιδόματα ανεργίας. Τρίτον, η ενεργή πολιτική για την αγορά εργασίας που καθιστά πιο εύκολη τη μετακίνηση ανάμεσα στην εργασία και στην ανεργία χάρη στη δια βίου εκπαίδευση.
Η πρόταση επομένως που χαρακτηρίζει την πλέον σύγχρονη έκφραση της flexicurity είναι η έκπτωση των δικαιωμάτων των εργαζομένων και διευκόλυνση των επιχειρήσεων ώστε να αποβάλλουν το «πλεονάζον» προσωπικό με αντιστάθμισμα την ασφαλέστερη μετάβαση στην απασχόληση και διαχείριση της περιόδου της ανεργίας.
Με αυτό τον τρόπο επιδιώκεται η προφανής μείωση των δικαιωμάτων των εργαζομένων μειώνοντας το κόστος και την «γραφειοκρατία» των απολύσεων και η αναπλήρωση του δημιουργούμενου ελλείμματος με ασαφείς, ως προς την κατ’ ουσία αποτελεσματικότητα, τους όρους επανένταξης στην αγορά εργασίας και με παράλληλη μετακύληση του κόστους διαχείρισης του δημιουργούμενου προβλήματος στο «κοινωνικό σύνολο».
Αυτό σημαίνει επαρκείς όρους επιδότησης των ανέργων (σε ύψος και διάρκεια επιδότησης) με την παράλληλη λειτουργία ενός πλέγματος παρεμβάσεων που θα στηρίζεται σε επαρκείς πόρους για την κατάρτιση και επανακατάρτιση του εργατικού δυναμικού και με την ανάληψη του κόστους μετακίνησης από το ένα καθεστώς απασχόλησης σε ένα άλλο, αντλώντας εμπειρίες από το σκανδιναβικό κοινωνικό πρότυπο που χαρακτηρίζεται και από ένα διαφορετικό σύστημα κοινωνικών υποδομών, συγκριτικά με την υπόλοιπη Ευρώπη, και με ένα αποτέλεσμα αμφιλεγόμενο ως προς ορισμένες εργασιακές και ευρύτερα κοινωνικές παραμέτρους.
Το κείμενο της Πράσινης Βίβλου για τον εκσυγχρονισμό του εργατικού δικαίου που διαμορφώνει το πλαίσιο της σχετικής συζήτησης ενόψει του Λευκού Βιβλίου που θα ακολουθήσει και θα λάβει τον χαρακτήρα των κατευθύνσεων πολιτικής στο εν λόγω αντικείμενο, έχει ως στόχο τον συντονισμό του περιεχομένου του εργατικού δικαίου των χωρών μελών στο πλαίσιο της απόπειρας προσαρμογής του στους υιοθετημένους όρους με τους οποίους συντελείται η προοπτική ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων η οποία απαιτεί την ριζική μεταρρύθμιση των κανόνων που διέπουν την αγορά εργασίας.
Το κείμενο της Πράσινης Βίβλου προτείνει, ακολουθώντας το παράδειγμα εθνικών εμπειριών, την χαλάρωση του θεσμικού πλαισίου ως προς τις προϋποθέσεις προσφυγής στην ευέλικτη απασχόληση (π.χ. συμβάσεις ορισμένου χρόνου, δανεισμός προσωπικού κλπ.).
Πηγαίνοντας πίσω στις εργασίες του συνεδρίου, την έναρξη έκανε ο Πρόεδρος των Συνδικάτων Τηλεπικοινωνιών Πορτογαλίας (SINTTAV) συν. Manuel Concalves.
Αναφερόμενος στον προγραμματισμό του συνεδρίου ανάφερε ότι συνέδρια αυτής της μορφής έχουν γίνει πλέον θεσμός, βοηθώντας τους συμμετέχοντες να εμπλουτίσουν τις γνώσεις τους, να προβληματιστούν και να συνδράμουν μέσω των αποτελεσμάτων στη διαμόρφωση πολιτικής πάνω σε θέματα που αφορούν τους εργαζομένους.
Καλωσορίζοντας του παρευρισκόμενους τους ευχαρίστησε για την προσπάθεια που έκαναν να συμμετάσχουν αφήνοντας για λίγες μέρες πίσω την εργασία τους, τις ευθύνες και τα καθήκοντα τους καθώς και τις οικογένειες τους. Ευχαρίστησε επίσης την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την ανάληψη σχεδόν όλων των εξόδων καθώς και τη συμβολή της στον προγραμματισμό του συνεδρίου.
Στη συνέχεια το βήμα δόθηκε σε διάφορους ομιλητές και έγινε συζήτηση.
Στην εισήγησή της η Δρ Arminda Neves συντονίστρια για το Τεχνολογικό Πρόγραμμα της Στρατηγικής της Λισαβόνας για την Πορτογαλία αναφέρθηκε στα προβλήματα που θα αντιμετωπίσουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στο ανταγωνιστικό περιβάλλον. Πέραν από το γεγονός ότι αυτές οι επιχειρήσεις πρέπει να συνθέσουν συμμαχίες για να επιβιώσουν, χρειάζεται οι εργαζόμενοι να τυγχάνουν επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης.
Έγινε αναφορά στην ποιότητα της εκπαίδευσης, στην μεταρρύθμιση που πρέπει να γίνει στην παιδεία, στην πρόσβαση σε κοινές βάσεις γνώσεων, στις ανταγωνιστικές θέσεις απασχόλησης και στην καινοτομία στην καθημερινότητα που θα συμβάλουν στην αποτελεσματικότητα και ανταγωνιστικότητα.
Η οικονομική ανάπτυξη είναι θέμα που αφορά άμεσα το κράτος και τις πολιτικές κάθε χώρας. Χρειαζόμαστε ένα σύγχρονο και λειτουργικό κράτος, μια κοινωνία πιο δίκαιη και ισορροπημένη όπου ο κάθε παράγοντας έχει να συμβάλει ώστε να βελτιωθούν τα οικονομικά δίνοντας εργαλεία στους πολίτες για οικονομικές δραστηριότητες και ανάπτυξη μέσα από μια δίκαιη κατανομή του πλούτου.
Τέλος αναφέρθηκε στα προβλήματα που υπάρχουν στην Πορτογαλία και στο τι πρέπει να γίνει για να καταστεί η οικονομία της ανταγωνιστική.
Από παρεμβάσεις που έγιναν τονίστηκε το γεγονός ότι οι συχνές και πολλές απολύσεις δημιουργούν ένα εργατικό δυναμικό με μειωμένη επαγγελματική κατάρτιση και στην περίπτωση που ανθεί η ανεργία να παρουσιάζεται μια εντελώς αντίθετη κατάσταση όπου για να εξασφαλίσει κάποιος μια θέση εργασίας «κρύβει τα πτυχία του» ώστε να εργοδοτηθεί σε μια οποιαδήποτε θέση ασχέτως του χαμηλού μισθού.
Οι θέσεις εργασίας απαιτούν προσωπικό με γνώσεις που να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της ανάπτυξης και της ραγδαίας τεχνολογικής προόδου. Βασική προϋπόθεση αυτής της ανάγκης είναι η δια βίου εκπαίδευση, η κατάρτιση του εργατικού δυναμικού και η μετεκπαίδευση. Όσον αφορά την βασική εκπαίδευση και τις μεταρρυθμίσεις που επιβάλλεται να γίνουν τονίστηκε η ανάγκη για αύξηση των κρατικών δαπανών για την παιδεία και η προσπάθεια που πρέπει να γίνει ώστε να αυξηθεί το ποσοστό των αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης για να γεφυρωθεί το χάσμα και η διαφορές στα ποσοστά των πτυχιούχων ανάλογα με την ηλικία.
Ο κ. Felix Roth ερευνητικός συνεργάτης του Κέντρου Μελετών Πολιτικής στην Ευρωπαϊκή Ένωση (CEPS) ανέπτυξε το θέμα « Ο βασικός ρόλος της εκπαίδευσης στην απασχόληση και ανταγωνιστικότητα».
Ο βασικός στόχος που περιέχεται στη Στρατηγική της Λισαβόνας για να καταστεί η Ευρωπαϊκή Ένωση η πλέον ανταγωνιστική οικονομία στον κόσμο μέχρι το 2010 φαίνεται ότι δεν θα επιτευχθεί. Αυτό συνεπάγεται από το γεγονός ότι το ποσοστό απασχόλησης είναι κάτω του 70%, οι ρυθμοί ανάπτυξης είναι χαμηλοί και δεν υπάρχουν σοβαρές βελτιώσεις στην κοινωνική συνοχή ένεκα των ανισοσκελών αυξήσεων των εισοδημάτων.
Η εκπαίδευση έχει να διαδραματίσει το δικό της ρόλο στα πιο πάνω τρία στοιχεία. Από έρευνα που έγινε μεταξύ Ευρωπαϊκών Χωρών και των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής έχει διαφανεί ότι ο μέσος όρος των χρόνων της εκπαίδευσης σε άτομα 25 ετών και άνω στην Ευρώπη είναι γύρω στα 9 χρόνια και στις ΗΠΑ 12 με 13. Με την Πορτογαλία, Ιταλία και Ισπανία να βρίσκονται στις χώρες με τα πιο λίγα χρόνια. Η κατάσταση αυτή παρουσιάζει διακυμάνσεις επίσης και αναλόγως της γεωγραφικής θέσης μιας χώρας, με τους μεσογειακούς λαούς να βρίσκονται στα πιο χαμηλά επίπεδα. Το ίδιο συμβαίνει και στην περίπτωση μικρότερων ηλικιών όπου αν και παρουσιάζεται ανοδική τάση η διαφορά με τις ΗΠΑ παραμένει. Επίσης χαμηλό είναι το ποσοστό του πληθυσμού που προχωρεί στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Ποσοστό απασχόλησης δηλαδή το ποσοστό των απασχολουμένων σε σχέση με το σύνολο του πληθυσμού που βρίσκεται σε ηλικία εντός της ενεργής εργάσιμης περιόδου τα τελευταία χρόνια αυξήθηκε κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες δηλαδή από 60% ανέβηκε στα 64%. Το ποσοστό αυτός στις ΗΠΑ το έτος 2000 ήταν 70%, δηλαδή ο στόχος που έθεσε η Ευρώπη για τον εαυτό της μέχρι το έτος 2010. Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος μέχρι το 2010 πρέπει να δημιουργηθούν 20 εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας.
Χαρακτηριστική ήταν η γραφική παράσταση που παρουσιάστηκε καταδεικνύοντας τα πιο κάτω στοιχεία:
Βαθμίδα Εκπαίδευσης | Αναλογία πληθυσμού |
Ποσοστό Απασχόλησης |
||
Ευρώπη | ΗΠΑ | Ευρώπη + | ΗΠΑ | |
Δημοτική και κάτω | 35% | 15% |
50% |
|
Μέση | 45% | 55% | 70% |
|
Ανώτερη και Ανώτατη | 20% | 30% | 80% |
Παρατηρείται αύξηση στο ποσοστό του πληθυσμού που φθάνει μέχρι την Ανώτερη και Ανώτατη εκπαίδευση. Η στάσιμη πορεία του ποσοστού απασχόλησης για αυτή την κατηγορία πληθυσμού αναμένεται να προκαλέσει την ανεργία των πτυχιούχων.
Από τα πιο πάνω διαφαίνεται ότι το πρόβλημα στην Ευρώπη για την απασχόληση δεν είναι οι κανονισμοί που ισχύουν στην αγορά εργασίας αλλά η μη επαρκής κατάρτιση και εκπαίδευση του πληθυσμού. Η μεταρρύθμιση στην αγορά εργασίας δεν αναμένεται να επιφέρει σοβαρές βελτιώσεις.
Η Εκπαίδευση θα βοηθήσει ώστε να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα. Βασικά το γεγονός ότι αυξάνεται το ποσοστό του πληθυσμού που φθάνει μέχρι την Ανώτερη και Ανώτατη εκπαίδευση είναι ενθαρρυντικό στοιχείο για να επενδύσουν οι διάφορες χώρες στην έρευνα και ανάπτυξη ένα τομέα που σχετίζεται με τη πρόοδο στην τεχνολογία. Με αύξηση των επενδύσεων στον τομέα αυτό θα δημιουργηθούν περισσότερες θέσεις εργασίας.
Το συμπέρασμα είναι ότι η εκπαίδευση θα συμβάλει στην οικονομική ανάπτυξη, στην αύξηση του ρυθμού απασχόλησης και στην κοινωνική συνοχή. Για όλα αυτά όμως υπεύθυνη είναι η κάθε κυβέρνηση και από αυτή εξαρτάται η ποιότητα της εκπαίδευσης που θα προσφερθεί στον πληθυσμό.
Η συνδικαλίστρια Deolinda Machado στη δική της παρέμβαση αναφέρθηκε στα προβλήματα των γονιών που αντιμετωπίζουν στην εργασία και στις δυσκολίες να εργάζονται. Με παραδείγματα από την Πορτογαλία τόνισε τα προβλήματα της ανισότητας στα εισοδήματα και στην εκπαίδευση τα οποία συνδράμουν στο να υπάρχει φτώχεια και αποκλεισμός. Πρέπει να γίνει ανακατανομή του πλούτου να μειωθεί η ανεργία μακράς διάρκειας ειδικά στους νέους και στις γυναίκες, να αυξηθεί ο κατώτατος μισθός που σήμερα κυμαίνεται γύρω στα €379 και να μειωθεί ο πλούτος του κεφαλαίου ώστε η απόσταση μεταξύ φτωχών και πλουσίων.
Η παιδία είναι ο μεγάλος ασθενής της κοινωνίας χωρίς προοπτικές για μια ποιοτική εκπαίδευση. Χρειάζεται να αυξηθούν οι επενδύσεις στο τομέα αυτό. Παράδειγμα είναι η αυριανή μεγάλη απεργία και διαδήλωση στη Λισαβόνα 100.000 καθηγητών και δασκάλων.
Σήμερα στην Πορτογαλία το ένα πέμπτο του ενεργού εργατικού δυναμικού έχει συμβόλαια προσωρινής εργασίας.
Στη δική του παρέμβαση ο Διευθυντής του Κέντρου Συντάξεων, κ. Χοσέ Μπαρπαριάς στην Πορτογαλία αναφέρθηκε στη γήρανση του ενεργού πληθυσμού και τι αντιμετωπίζεται στην Πορτογαλία.
Το προσδόκιμο ζωής αυξάνεται με αποτέλεσμα ο πληθυσμός που περνά το κατώφλι της συνταξιοδότησης να αυξάνεται σε τέτοιο βαθμό που κινδυνεύουν τα ταμεία σύνταξης. Επίσης σε αυτό συμβάλουν και οι πρόωρες αφυπηρετήσεις όπου βασικά μειώνονται οι εισφορές στα ταμεία κοινωνικής ασφάλισης. Ως αρνητικό σημείο αναφέρθηκε η εργοδότηση παράνομων μεταναστών με όρους αρνητικούς για τα ταμεία σύνταξης λόγω της μη καταβολής εισφορών.
Ως μέτρα αντιμετώπισης του πιο πάνω προβλήματος εισηγείται την αύξηση της ηλικίας για πρόωρη αφυπηρέτηση και παράλληλα να καθιερωθεί η δια βίου εκπαίδευση ώστε τα άτομα αυτά αντί να περνούν στο ανενεργό δυναμικό, να αξιοποιούνται για περισσότερα χρόνια εργαζόμενοι. Θα πρέπει επίσης να αυξηθούν τα χρόνια για συνταξιοδότηση ειδικά των δημοσιών υπαλλήλων και να υπάρχει ευελιξία στις συντάξεις. Για παράδειγμα μπορεί να προσφερθεί κίνητρο για συνέχιση της εργασίας σε άτομα ηλικίας μετά τα 65, με παροχή αυξήσεων στις συντάξεις αυτών των ατόμων ένεκα της συνέχισης καταβολής εισφορών στο ταμείο κοινωνικής ασφάλισης. Ο εργαζόμενος να επιλέγει πότε θα βγει στη σύνταξη αλλά η σύνταξη να έχει σταθερό χρόνο έναρξης καταβολής της.
Επόμενος εισηγητής ήταν ο Δρ Joaquim Dionisio της CCTP – IN (τριτοβάθμιο συνδικαλιστικό όργανο στην Πορτογαλία). Αναφέρθηκε στη Flexicurity, τονίζοντας ότι η σημερινή ασφάλεια του εργαζομένου έναντι της απώλειας εργασίας όπου του παρέχεται το δικαίωμα να προσφύγει στη δικαιοσύνη αφαιρείται, με ταυτόχρονη μετατροπή στην ουσία της μονιμότητας σε εργασία «προσωρινής απασχόλησης».
Για παράδειγμα οι αναφορές στην «ευελιξία με ασφάλεια» αν ειδωθούν εντελώς αποκομμένες από το κοινωνικό περιβάλλον μπορούν να οδηγήσουν σε μια λογική κατά την οποία η οικονομική αποδοτικότητα υπερισχύει της αξίας της κοινωνικής επάρκειας. Η όποια επίκληση της «flexicurity» θα πρέπει να συμπληρωθεί, τουλάχιστον στο ίδιο επίπεδο, με την επίκληση της αρχής της κοινωνικής αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να προτάσσει τον άνθρωπο έναντι της αφηρημένης οικονομικής αποδοτικότητας.
Ταυτόχρονα κάθε σκέψη για μορφές εργασίας «ευελιξίας με ασφάλεια» θα πρέπει να συνοδεύεται και από αναφορά σε μέτρα για την προστασία και την ενίσχυση των κοινωνικά αποκλεισμένων και των κατώτερων οικονομικά και κοινωνικά ομάδων.
Οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας πλέον θα είναι ένα ξεπερασμένο μέσο διεκδίκησης αιτημάτων και ωφελημάτων και μας οδηγεί σε απορρύθμιση της αγοράς εργασίας.
Στο τέλος από τους δύο όρους της flexicurity «ευελιξία και ασφάλεια» παραμένει μόνο ο πρώτος δηλαδή η ευελιξία που ευνοεί τους εργοδότες, γι’ αυτό απορρίπτομε αυτό το μοντέλο.
Ο Δρ Luis Moura επίκουρος καθηγητής του πανεπιστημίου Algarve της Πορτογαλίας, στη δική του παρέμβαση έκανε αναφορά στην ανταγωνιστικότητα και στον άθλο που πέτυχαν η Κίνα και η Ινδία προβάλλοντας την ανάγκη υιοθέτησης του μοντέλου της flexicurity. Η εφαρμογή της flexicurity μας απαλλάσσει από το άγχος για το μέλλον της εργασίας και προσφέρει γρήγορες αλλαγές στην εργασία ώστε οι δραστηριότητες των επιχειρήσεων να μη καταστούν λειτουργικά αναλφάβητες.
Η μετάβαση από τους παλαιούς καιρούς σε πιο μοντέρνους προκαλούν κινητικότητα στην αγορά εργασίας εμπλουτίζεται το επίπεδο των υπαλλήλων σε γνώσεις και κατάρτιση και επίσης διαλύεται ο τρόμος της απόλυσης που σήμερα είναι κατά 8 με 10 φορές μεγαλύτερος παρά τα προηγούμενα χρόνια. Οι εργοδότες θα πρέπει να επικαλεστούν σοβαρό λόγο για να προχωρήσουν σε μια απόλυση.
Όσον αφορά την γήρανση του ενεργού ανθρώπινου δυναμικού που ίσως επέλθει ένεκα της αύξησης της συντάξιμης ηλικίας και τα προβλήματα που θα προκληθούν σε σχέση με μισθούς και ωφελήματα, αυτό θα πρέπει να αντιμετωπιστεί από τις εταιρείες με ολοκληρωμένες πολιτικές όπως εφαρμόσθηκαν στη Γερμανία. Ένα μέτρο θα ήταν η μείωση των ωρών εργασίας για το προσωπικό κάποιας ηλικίας και πάνω.
Μέσα σε αυτό το μοντέλο πρέπει να υπάρχει συνυπευθυνότητα μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, καλή διάρθρωση στις σχέσεις μεταξύ τους, να υπάρχει κουλτούρα διαπραγμάτευσης και μηχανισμοί στήριξης των ανέργων ώστε να νοιώθουν ασφάλεια.
Επιβάλλεται ο συγκερασμός της εύκολης απόλυσης με την ενίσχυση και υποστήριξη των ανέργων. Το κράτος και οι επιχειρήσεις να αναπτύξουν κοινωνικά μέτρα.
Αν παραμείνουν τα πράγματα ως σήμερα, αναμένεται να αυξηθούν οι εποχιακές απασχολήσεις (προσωρινή εργασία), θα μειωθούν τα ωφελήματα των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, θα παρουσιασθεί γήρανση στο ανθρώπινο δυναμικό, θα υπάρξουν επιπτώσεις στην εκπαίδευση και επιμόρφωση του προσωπικού, θα αυξηθούν οι συνταξιούχοι με όλες τις συνέπειες στα ταμεία κοινωνικής ασφάλισης, χαμηλή ανταγωνιστικότητα, φορολόγηση και περικοπή των κοινωνικών δαπανών και τέλος μείωση των εξωτερικών επενδύσεων.
Τέλος αναφέρθηκε ότι η οικονομική ανάπτυξη πρέπει να συνυπάρχει με κοινωνική ισότητα και δικαιοσύνη. Ανταγωνιστικότητα και παράλληλα κοινωνική συνοχή.
Ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Paul Culler ανάπτυξε το θέμα «Labour market reforms. A European perspective».
Οι επιτυχής στρατηγικές για τη flexicurity έχουν αλληλοεπίδραση με προσδιορισμένους σαφής κανονισμούς και νομοθεσία και όλα αυτά μέσα από συλλογικές διαπραγματεύσεις με την ενεργό συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων.
Η συσχέτιση των πολιτικών για οικοδόμηση ευελιξίας είναι ευθύνη των συλλογικών συμβάσεων. Οι συμβάσεις πρέπει να είναι αξιόπιστες και να ενσωματώνουν την ασφάλεια και την κοινωνική συνοχή.
Η αντιμετώπιση των διαφορετικών συνθηκών σε 27 χώρες μέλη, είναι δύσκολη διαδικασία. Όσον αφορά τη flexicurity πρέπει να υπάρξει σαφείς και δυνατή νομοθεσία που να διέπει την εφαρμογή της και να είναι αποδεκτή από τα συνδικάτα και γενικά τους κοινωνικούς εταίρους.
Στον κοινωνικό διάλογο λήφθηκαν υπόψη οι διαφορετικές συνθήκες σε κάθε χώρα. Όπως για παράδειγμα όταν αναφερόμαστε σε απολύσεις πρέπει να προσαρμοσθούν όλες οι εθνικές νομοθεσίες ώστε να προστατεύεται ο εργαζόμενος σε σχέση με το κεφάλαιο. Επίσης πρέπει να βρεθούν ευέλικτες μορφές εργασίας που να είναι αποδεκτές σε όλες τις χώρες. Πρέπει να ρυθμιστούν οι ελάχιστοι μισθοί, τα ωράρια, οι υπερωρίες καθώς επίσης τα καθεστώτα των freelancers και agencies δηλαδή οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι εταιρείες «ενοικίασης προσωπικού».
Όλα τα πιο πάνω επεκτείνονται σε μια ισορροπία που θα πρέπει να επιτευχθεί μεταξύ της ανταγωνιστικότητας (μείωση τιμών και κόστων) από την μια πλευρά και των απολύσεων και της ανεργίας (δεν θα υπάρχουν κεφάλαια για αγορές) από την άλλη.
Στη δευτερολογία του ο κ. Luis Moura, είπε ότι πρέπει να κατανοήσουμε τη διαφορετικότητα σε κάθε χώρα που μόνο με διαβουλεύσεις των κοινωνικών εταίρων μπορούν να εφαρμοσθούν οι πολιτικές.
Ο εκπρόσωπος της ΕΕ είπε ότι είναι που μπορεί να κτιστεί με το να έχουμε όλες τις απόψεις από τους παράγοντες της κοινωνίας και έτσι να λάβουμε τις αποφάσεις. Να επιβεβαιωθεί ότι ο κόσμος θα έχει εμπιστοσύνη στις αλλαγές. Προσπάθεια θα είναι να υπάρξει ισορροπία μεταξύ ευελιξίας και ασφάλειας. Χρειάζεται συνεχής κατάρτιση και επιμόρφωση για καλύτερη πρόσβαση στην αγορά εργασίας. Στην παιδεία πρέπει να διδάσκεται η επιχειρηματικότητα ώστε να μεγαλώσει η αγορά και να υπάρχει απασχόληση.
Ο Neil Andersen εκπρόσωπος των εργαζομένων και της UNI αναφέρθηκε στον κοινωνικό διάλογο και τη σημασία του στην πορεία για υιοθέτηση νέων πολιτικών.
Για να υπάρξουν ευέλικτες συνθήκες εργασίας με ασφάλεια στην απασχόληση πρέπει να υπάρχει αξιοπρεπείς δουλειά που να ευχαριστεί τους εργαζομένους, αξιοπρεπείς ανταμοιβές σωστές και διάφανες όπου οι εργαζόμενοι θα έχουν επιρροή και δίκαιη νομοθεσία και κανόνες με τη δίκαιη αντιμετώπιση των εργαζομένων από τις κυβερνήσεις και όχι στο κοινωνικό dumping (αφαίρεση δικαιώματος έκφρασης άποψης).
Χρειάζεται κατάρτιση του εργατικού δυναμικού, δια βίου επιμόρφωση και ποιότητα στις προσφερόμενες υπηρεσίες, κάτι που η ΕΕ δεν κατανοεί, νομίζοντας ότι από μόνη της η ανταγωνιστικότητα θα λύσει το πρόβλημα. Πρέπει να γίνουμε ειδικοί στους χώρους εργασίας δηλαδή να μάθουμε τι σημαίνει κατάρτιση.
Φαίνεται ότι πρέπει να δοθεί σημασία στους μικρούς εργοδότες γιατί είναι αυτοί που δημιουργούν προβλήματα σε σχέση με τα πιο πάνω.
Ο εκπρόσωπος των εργοδοτών και της ΕΤΝΟ κ. Laurent Zylberberg, στη δική του παρέμβαση ανάφερε ότι η ΕΤΝΟ εκπροσωπεί 35 τηλεπικοινωνιακούς οργανισμούς. Σήμερα υπάρχουν μπροστά μας πολλές αλλαγές στο τομέα των τηλεπικοινωνιών.
Ο πελάτης πρέπει να μένει ικανοποιημένος για να τον κερδίσουμε. Τα κέρδη υπάρχουν για να πληρώνονται οι μισθοί. Στην κάθε χώρα πρέπει να εφαρμοσθεί διαφορετική πρακτική, πρέπει να υπάρχει διαφορετικός κοινωνικός διάλογος σε κάθε χώρα.
Η παγκοσμιοποίηση δεν είναι νέα ιδέα. Τα παραδείγματα της Κίνας και Ινδίας πρέπει να μας συγκινήσουν. Σε αυτές τις χώρες και ειδικά στην Ινδία υπάρχει αρκετό εξειδικευμένο προσωπικό και αρκετοί Μηχανικοί.
Για να υπάρχει εμπιστοσύνη πρέπει να βρούμε τα μέτρα και εργαλεία αναπτύσσοντας τον κοινωνικό διάλογο. Ο κοινωνικός διάλογος από την άλλη δεν πρέπει να μπλοκάρει τις αλλαγές αλλά να είναι ένα μέρος της αλλαγής. Το flexicurity είναι ένα μείγμα από ευελιξία και ασφάλεια και πρέπει να υπάρχουν και τα δύο συνιστούντα στοιχεία.
Στο κλείσιμο των εργασιών του συνεδρίου ο Πρόεδρος των Συνδικάτων Τηλεπικοινωνιών Πορτογαλίας (SINTTAV) συν. Manuel Concalves, ανάφερε ότι κάποια πράγματα χρήζουν διόρθωσης, δεν μπορεί να γίνει δεκτή η πολιτική της flexicurity όπως έχει καθοριστεί σε ψηλά επίπεδα χωρίς να υπάρξει κοινωνικός διάλογος.